Θύελλα αντιδράσεων από τους συνδέσμους του χώρου των ανανεώσιμων
πηγών ενέργειας, και των ανώνυμων εταιρειών και ΕΠΕ προκαλεί η επιβολή
έκτακτης εισφοράς που θα κυμαίνεται από 25% εώς 35% επί του τζίρου της
πώλησης ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα.
Η αντιμετώπιση του ελλείμματος στον Ειδικό Λογαριασμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας αποτελεί ένα από τα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση της δόσης, απαντούν κύκλοι του υπουργείου Περιβάλλοντος.
Το έλλειμμα του λογαριασμού, από τον οποίο πληρώνονται οι παραγωγοί
πράσινης ενέργειας, διαμορφώνεται σήμερα στα 370 εκατ. ευρώ και βαίνει
αυξανόμενο, λόγω της επιταχυνόμενης διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών στο
ενεργειακό ισοζύγιο και των υψηλών τιμών απορρόφησης της ενέργειας από
ΑΠΕ.
Το ΥΠΕΚΑ επισημαίνει ότι το Δημόσιο έχει συνεισφέρει με πολλούς τρόπους στη μείωση των ελλειμμάτων (έσοδα από δημοπρασίες ρύπων που έχουν αποφέρει 120 εκατ. ευρώ και αναμένονται άλλα 30 – 35 εκατ. ως το τέλος του χρόνου, επιβολή τέλους στη λιγνιτική παραγωγή από το οποίο συγκεντρώθηκαν 25 εκατ., αύξηση του τέλους ΑΠΕ που πληρώνουν οι καταναλωτές με πρόσθετα έσοδα 100 εκατ. για το 2011 και ακόμη περισσότερα το 2012).
Παράλληλα, προχώρησε σε μείωση των εγγυημένων τιμών απορρόφησης της πράσινης ενέργειας, αναστολή της διαδικασίας αδειοδότησης και χορήγησης προσφορών σύνδεσης στα φωτοβολταϊκά και αποφασίστηκε η εκχώρηση μέρους του τέλους υπέρ της ΕΡΤ για τη χρηματοδότηση των ΑΠΕ.
Σύμφωνα με το υπουργείο και μετά τη λήψη των μέτρων, η απόδοση των επενδύσεων σε φωτοβολταϊκά παραμένει υψηλή και ελκυστική για τους ενδιαφερόμενους. Τονίζεται ακόμη, ότι:
Τα οικιακά φωτοβολταϊκά, λόγω του κοινωνικού τους χαρακτήρα ως ένα επιπλέον έσοδο στον οικογενειακό προϋπολογισμό, έχουν εξαιρεθεί τόσο από την αναστολή για νεοεισερχόμενες επενδύσεις όσο και από την εισφορά.
Δεν υπάρχει εισφορά για όσους έχουν κλειδώσει τιμή μετά τον Αύγουστο του 2012, με τις νέες δηλαδή μειωμένες εγγυημένες τιμές.
Το αρχικό προαπαιτούμενο με στενότερο χρονικό ορίζοντα μηδενισμού μάλιστα του ελλείμματος και όχι σταδιακής μείωσης, προέβλεπε πολύ σκληρότερα μέτρα (αναδρομική περικοπή feed in tariffs, μείωση ενέργειας που αγοράζει το σύστημα από φωτοβολταϊκά, υψηλότερα ποσοστά εισφοράς).
Με το σύνολο των μέτρων του ΥΠΕΚΑ, αποφεύχθηκε υπέρογκη αύξηση του τέλους ΑΠΕ (ΕΤΜΕΑΡ) στο λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος, η οποία διαμορφώνεται σε 1 ευρώ/μήνα μεσοσταθμικά για τον τυπικό οικιακό καταναλωτή.
Η εισφορά δεν αφορά σε άλλες τεχνολογίες ΑΠΕ (π.χ. αιολικά, βιομάζα) γιατί το κόστος κατασκευής τους παραμένει σε υψηλά επίπεδα, ενώ ταυτόχρονα οι εγγυημένες τιμές που απολαμβάνουν είναι χαμηλές.
«Μπαίνουν τίτλοι τέλους στην αγορά των φωτοβολταϊκών»
Την αντίθεσή τους στην επιβολή έκτακτης εισφοράς επί του κύκλου εργασιών των φωτοβολταϊκών σταθμών δηλώνουν και οι λοιποί Σύνδεσμοι του χώρου των ανανεώσιμων πηγών (αιολική ενέργεια, βιομάζα, υδροηλεκτρικά).
Όπως υποστηρίζουν, οι σχετικές ρυθμίσεις είναι μονομερείς και έχουν αναδρομικό χαρακτήρα, γεγονός που πλήττει άμεσα, σε μια κρίσιμη φάση, την εμπιστοσύνη στο επενδυτικό περιβάλλον της χώρας, δεν συνοδεύονται από πλαίσιο αντιμετώπισης του ελλείμματος του Λογαριασμού ΑΠΕ, δεν εντάσσονται σε ένα συνολικό σχέδιο αναδιάρθρωσης της ηλεκτρικής αγοράς και δεν προβλέπουν τη συμμετοχή του τραπεζικού τομέα με αποτελεσματικό και συγκεκριμένο τρόπο.
Ο Σύνδεσμος Ανωνύμων Εταιρειών και ΕΠΕ υποστήριξε, από την πλευρά του, ότι με την επιβολή της έκτακτης εισφοράς, μπαίνουν οι τίτλοι τέλους στην αγορά των φωτοβολταϊκών.
Όπως επισημαίνει, σε ανακοίνωσή του, σε περίπτωση εφαρμογής του μέτρου, θα οδηγήσει πολλούς επενδυτές σε αδυναμία αποπληρωμής των δανείων προς τις τράπεζες, αλλά και σε έξοδο από την αγορά των φωτοβολταϊκών πολλών ελληνικών και ξένων εταιρειών, που ήδη έχουν επενδύσει.
Παράλληλα, ο Σύνδεσμος ΑΕ και ΕΠΕ χαρακτηρίζει τουλάχιστον αποτρεπτική τη φορολογική τακτική, που ακολουθείται στον κλάδο των φωτοβολταϊκών για επιπλέον επενδύσεις, εφόσον ήδη η ανύπαρκτη παροχή χρηματοδότησης, εκμηδένισε το ενδιαφέρον των επενδυτών.
Ο Σύνδεσμος ΑΕ και ΕΠΕ υπογραμμίζει ότι η ανάπτυξη θα έρθει μόνο με ελληνικές και ξένες επενδύσεις.
Τέλος, ο Σύνδεσμος ΑΕ και ΕΠΕ επισημαίνει ότι στον κλάδο αποτρεπτικά λειτουργούν, επίσης, ο εξαιρετικά μακρύς χρόνος διασύνδεσης φωτοβολταϊκών σταθμών μεγάλης ισχύος με το δίκτυο, καθώς και οι γραφειοκρατικές καθυστερήσεις στη διαδικασία σύστασης νέων εταιρειών και οι δυσκολίες στην εξαγορά υφισταμένων.
Η αντιμετώπιση του ελλείμματος στον Ειδικό Λογαριασμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας αποτελεί ένα από τα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση της δόσης, απαντούν κύκλοι του υπουργείου Περιβάλλοντος.
Το ΥΠΕΚΑ επισημαίνει ότι το Δημόσιο έχει συνεισφέρει με πολλούς τρόπους στη μείωση των ελλειμμάτων (έσοδα από δημοπρασίες ρύπων που έχουν αποφέρει 120 εκατ. ευρώ και αναμένονται άλλα 30 – 35 εκατ. ως το τέλος του χρόνου, επιβολή τέλους στη λιγνιτική παραγωγή από το οποίο συγκεντρώθηκαν 25 εκατ., αύξηση του τέλους ΑΠΕ που πληρώνουν οι καταναλωτές με πρόσθετα έσοδα 100 εκατ. για το 2011 και ακόμη περισσότερα το 2012).
Παράλληλα, προχώρησε σε μείωση των εγγυημένων τιμών απορρόφησης της πράσινης ενέργειας, αναστολή της διαδικασίας αδειοδότησης και χορήγησης προσφορών σύνδεσης στα φωτοβολταϊκά και αποφασίστηκε η εκχώρηση μέρους του τέλους υπέρ της ΕΡΤ για τη χρηματοδότηση των ΑΠΕ.
Σύμφωνα με το υπουργείο και μετά τη λήψη των μέτρων, η απόδοση των επενδύσεων σε φωτοβολταϊκά παραμένει υψηλή και ελκυστική για τους ενδιαφερόμενους. Τονίζεται ακόμη, ότι:
Τα οικιακά φωτοβολταϊκά, λόγω του κοινωνικού τους χαρακτήρα ως ένα επιπλέον έσοδο στον οικογενειακό προϋπολογισμό, έχουν εξαιρεθεί τόσο από την αναστολή για νεοεισερχόμενες επενδύσεις όσο και από την εισφορά.
Δεν υπάρχει εισφορά για όσους έχουν κλειδώσει τιμή μετά τον Αύγουστο του 2012, με τις νέες δηλαδή μειωμένες εγγυημένες τιμές.
Το αρχικό προαπαιτούμενο με στενότερο χρονικό ορίζοντα μηδενισμού μάλιστα του ελλείμματος και όχι σταδιακής μείωσης, προέβλεπε πολύ σκληρότερα μέτρα (αναδρομική περικοπή feed in tariffs, μείωση ενέργειας που αγοράζει το σύστημα από φωτοβολταϊκά, υψηλότερα ποσοστά εισφοράς).
Με το σύνολο των μέτρων του ΥΠΕΚΑ, αποφεύχθηκε υπέρογκη αύξηση του τέλους ΑΠΕ (ΕΤΜΕΑΡ) στο λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος, η οποία διαμορφώνεται σε 1 ευρώ/μήνα μεσοσταθμικά για τον τυπικό οικιακό καταναλωτή.
Η εισφορά δεν αφορά σε άλλες τεχνολογίες ΑΠΕ (π.χ. αιολικά, βιομάζα) γιατί το κόστος κατασκευής τους παραμένει σε υψηλά επίπεδα, ενώ ταυτόχρονα οι εγγυημένες τιμές που απολαμβάνουν είναι χαμηλές.
«Μπαίνουν τίτλοι τέλους στην αγορά των φωτοβολταϊκών»
Την αντίθεσή τους στην επιβολή έκτακτης εισφοράς επί του κύκλου εργασιών των φωτοβολταϊκών σταθμών δηλώνουν και οι λοιποί Σύνδεσμοι του χώρου των ανανεώσιμων πηγών (αιολική ενέργεια, βιομάζα, υδροηλεκτρικά).
Όπως υποστηρίζουν, οι σχετικές ρυθμίσεις είναι μονομερείς και έχουν αναδρομικό χαρακτήρα, γεγονός που πλήττει άμεσα, σε μια κρίσιμη φάση, την εμπιστοσύνη στο επενδυτικό περιβάλλον της χώρας, δεν συνοδεύονται από πλαίσιο αντιμετώπισης του ελλείμματος του Λογαριασμού ΑΠΕ, δεν εντάσσονται σε ένα συνολικό σχέδιο αναδιάρθρωσης της ηλεκτρικής αγοράς και δεν προβλέπουν τη συμμετοχή του τραπεζικού τομέα με αποτελεσματικό και συγκεκριμένο τρόπο.
Ο Σύνδεσμος Ανωνύμων Εταιρειών και ΕΠΕ υποστήριξε, από την πλευρά του, ότι με την επιβολή της έκτακτης εισφοράς, μπαίνουν οι τίτλοι τέλους στην αγορά των φωτοβολταϊκών.
Όπως επισημαίνει, σε ανακοίνωσή του, σε περίπτωση εφαρμογής του μέτρου, θα οδηγήσει πολλούς επενδυτές σε αδυναμία αποπληρωμής των δανείων προς τις τράπεζες, αλλά και σε έξοδο από την αγορά των φωτοβολταϊκών πολλών ελληνικών και ξένων εταιρειών, που ήδη έχουν επενδύσει.
Παράλληλα, ο Σύνδεσμος ΑΕ και ΕΠΕ χαρακτηρίζει τουλάχιστον αποτρεπτική τη φορολογική τακτική, που ακολουθείται στον κλάδο των φωτοβολταϊκών για επιπλέον επενδύσεις, εφόσον ήδη η ανύπαρκτη παροχή χρηματοδότησης, εκμηδένισε το ενδιαφέρον των επενδυτών.
Ο Σύνδεσμος ΑΕ και ΕΠΕ υπογραμμίζει ότι η ανάπτυξη θα έρθει μόνο με ελληνικές και ξένες επενδύσεις.
Τέλος, ο Σύνδεσμος ΑΕ και ΕΠΕ επισημαίνει ότι στον κλάδο αποτρεπτικά λειτουργούν, επίσης, ο εξαιρετικά μακρύς χρόνος διασύνδεσης φωτοβολταϊκών σταθμών μεγάλης ισχύος με το δίκτυο, καθώς και οι γραφειοκρατικές καθυστερήσεις στη διαδικασία σύστασης νέων εταιρειών και οι δυσκολίες στην εξαγορά υφισταμένων.