Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

Ράδιο Αρβύλα, λυπόμαστε για πάρτη τους


Η νέα σεζόν του Ράδιο Αρβύλα ξεκίνησε εν μέσω αποθεωτικών κριτικών. Και με την AGB να είναι σταθερά ‘καψουρεμένη’ με τον Κανάκη και την παρέα του.Μας είναι απαραίτητοι. Μια πνοή φρέσκου σατιρικού αέρα που σε κάνει να σκας αβίαστα ένα χαμόγελο λίγο πριν πέσεις για νυχτερινό λήθαργο.
Ταυτόχρονα χαβαλέδες αλλά και -όπου πρέπει- σοβαροί, μοντέρνοι αλλά και ‘μοδάτοι’, δίκαιοι αλλά και ‘αμείλικτοι’. Και, το πιο σημαντικό από όλα, με τέτοια οξυμένη όραση, όσφρηση και ακοή που εντοπίζουν την γελοιότητα και την σοβαροφάνεια που μας δέρνει, όπου και αν αυτή ξετρυπώσει το πολύχρωμο λοφίο της. Στο τέλος της ημέρας όμως, οι Ράδιο Αρβύλα είναι απλά μια αντροπαρέα. Και, ως τέτοια, περνάει τα ζόρια της.
Κάτι που σημαίνει ότι κάθε φορά που βλέπεις την μουτσούνα του Κανάκη συνοφρυωμένη, όταν σκάει κάποια ιδιαίτερα κακή είδηση, ένα νομοσχέδιο που επηρεάζει τα τρισέγγονά μας, μια παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας που μας μετατρέπει εις το διηνεκές σε γιουσουφάκια του ΔΝΤ ή π.χ. η εικόνα του αλυσοδεμένου από το αφεντικό του Αιγύπτιου στην Σαλαμίνα, η θλίψη του είναι ειλικρινής.

Και το τελευταίο πράγμα που θέλει να κάνει εκείνη την στιγμή είναι να σπάσει πλάκα. Ακόμη και αν αυτό είναι, υπό μια έννοια, η ουσία της δουλειάς του.


Όποιος έχει γνωρίσει έστω και λίγο τον Αντώνη πίσω τον Κανάκη,  τον Γιάννη πίσω από τον Σερβετά και την υπόλοιπη παρέα του Ράδιο Αρβύλα, γνωρίζει πως αν κάτι δεν είναι, αυτό είναι καραγκιόζηδες. Και ας είναι τόσο καλοί στα ΄καραγκιοζιλίκια’.

Γιατί τα παιδία του Αρβύλα, μετά από δεκαετίες στο ‘κουρμπέτι’, έχουν καταφέρει να παραμείνουν ακριβώς αυτό. Παιδιά. Ή για την ακρίβεια καρντάσια. Μια ακόμη από τις δεκάδες χιλιάδες αντροπαρέες που μαζεύονται ανά την επικράτεια και λένε τον πόνο τους (ή αυτό που έχουν στο μυαλό τους) με το μοναδικό τρόπο που ξέρουν οι άντρες.
Δηλαδή με το να κάνουν πλάκα ο ένας στον άλλο. Και μετά με οτιδήποτε κυκλοφορεί (περπατάει, πετάει ή κολυμπάει) γύρω τους.
Αλλά για μπες λίγο στην θέση τους. Και θυμήσου. Ποια ήταν η τελευταία φορά που μαζεύτηκες με τους φίλους σου και μίλησες για γρήγορα αυτοκίνητα/έξυπνα κινητά/λαχταριστά γκάτζετ και όχι για το αν στην πολυκατοικία σου θα βάλουν φέτος το χειμώνα πετρέλαιο ή όχι;
Πότε ήσουν τόσο χαλαρός ώστε να μιλάς με τις ώρες για τα πέναλτι της ομαδάρας (σ.σ. η αντρική εκδοχή της ψυχανάλυσης) και όχι κάνοντας νοηρή καταμέτρηση πόσων ευρώ έχεις στην τσέπη και αν σου φτάνουν για να πληρώσεις τον –πικρό σαν την μοίρα σου- καφέ;
Ποια ήταν η τελευταία φορά που θυμάσαι τον λαιμό σου να μην έρχεται ασορτί με κόμπο;
Πότε θυμάσαι τον εαυτό σου να ακούς τελευταία φορά τον κολλητό σου να σου μιλάει για Β τραγουδιάρες, καυτά πιπίνια, σέξι γειτόνισσες ή αυταρχικές αφεντικίνες και όχι για το ποιος γνωστός σας απολύθηκε, μετανάστευσε ή αυτοκτόνησε; 

Και αν εσύ δεν θυμάσαι. Ή για την ακρίβεια, αν εσύ αδυνατείς να ξεχάσεις το χλωμό παρόν (και το νεκροζώντανο μέλλον σου), τι σε κάνει να πιστεύεις ότι τα παιδιά από το Αρβύλα μπορούν;
Ακόμη και αν αυτή η πίκρα και η απογοήτευση που νοιώθουν δεν φαίνεται ακόμη με γυμνό οφθαλμό, ερχόμενοι με την φόρα της καινούργιας σεζόν. Ακόμη  και αν (για να προλάβω τους κακεντρεχείς) δεν έχουν όλοι τους τα ίδια οικονομικά προβλήματα με τον μέσο θεατή τους.
Άσε που ακόμη και τα κορίτσια μας, Ευγενία Σαμαρά και Χριστίνα Μουστάκα, μου φάνηκαν πιο σεμνές, σοβαρές και πιο ντυμένες αυτή την χρονιά.

Κάπου εδώ κάποιος θα θυμηθεί ότι το να μας διασκεδάζουν είναι η δουλειά τους.  Αλλά ποτέ οι Αρβύλα δεν ισχυρίστηκαν ότι είναι καλοί επαγγελματίες, με την έννοια του ρομπότ που του πατάει ο παραγωγός το κουμπάκι και αρχίζει και χορεύει τσιφτετέλι. Και αυτό είναι που τους κάνει εξαιρετικούς φίλους. 
Από εκείνο το σπάνιο είδος που χαίρεται με την χαρά σου και σου δίνει κουράγιο στην πίκρα σου.
Γιατί μπορεί οι Αρβύλα να χαμογελούν ακόμη (όπως αντίστοιχα τα κουρέλια τραγουδούν), αλλά χρειάζονται να καταβάλουν προσπάθεια για να το πετύχουν.
Και ναι, όταν κλείσουν οι κάμερες, και εκείνοι με τα τέλη κυκλοφορίας ασχολούνται.