Οι διακομματικές διαρροές προς τη Χρυσή Αυγή την εκτοξεύουν από το 0,29% του 2009 στη Βουλή!
Η αμηχανία όλων μπροστά στην τάση που αποτυπώνεται είναι εμφανής και επιτείνεται, καθώς η δεξαμενή των ψηφοφόρων των δεξιών σχηματισμών είναι διακομματική, με κύριο χαρακτηριστικό τη διάθεση αποδοκιμασίας των μεταπολιτευτικών κομμάτων.
Μπροστά σε αυτά, η επικινδυνότητα της απενοχοποιημένης ψήφου στην Ακρα Δεξιά (π.χ. Χρυσή Αυγή) είναι κάτι που μέχρι στιγμής έχουν επισημάνει σε ομιλίες και παρεμβάσεις τους τόσο ο κ. Ευ. Βενιζέλος (ο οποίος κάνει λόγο για «κίνδυνο εκφασισμού») όσο και η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία εφιστά τον κίνδυνο ανάπτυξης φαινομένων αντίστοιχων με εκείνα που προέκυψαν από την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και οδήγησαν στον εθνικοσοσιαλιστικό παροξυσμό. Από την πλευρά του, ο κ. Αντ. Σαμαράς στρέφει τη σχετική κριτική του περισσότερο με απρόσωπες αναφορές κατά του κόμματος του κ. Π. Καμμένου, το οποίο δημοσκοπικά τουλάχιστον του προξενεί το μεγαλύτερο πρόβλημα στην πορεία προς τις εκλογές.
Μονομαχία με περίστροφα
Πόσο «γοητεύονται» οι νέοι;
Ενα άλλο στοιχείο, πιθανώς καθοριστικό, ήταν και η παρουσία της οργάνωσης στην «πλατεία», κατά τις συγκεντρώσεις των «Αγανακτισμένων». Κάποιοι επιμένουν ότι στο Σύνταγμα συντελέστηκε στην πραγματικότητα η πολιτική «αναβάπτιση» της Χρυσής Αυγής, η οποία εντάχθηκε χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στο κλίμα των αντιδράσεων και της «αγανάκτησης», με φόντο την αποδοκιμασία του πολιτικού συστήματος εν συνόλω.
Ανώνυμοι ακροδεξιοί
Την ίδια στιγμή φαίνεται ότι παγιώνεται η ισχύς της Χρυσής Αυγής στα αστικά κέντρα, αλλά και σε συγκεκριμένες περιοχές της Πελοποννήσου όπου παραδοσιακά η εξωκοινοβουλευτική Δεξιά ήταν ισχυρή.
Αντιθέτως, το κόμμα του κ. Καμμένου, ενώ και αυτό εμφανίζεται να συγκεντρώνει προτιμήσεις μεγάλων ομάδων νεαρών ψηφοφόρων, έχει μια «ομαλότερη» διασπορά ψηφοφόρων στην επαρχία, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα για τη ΝΔ.
Από την ΕΠΕΝ στη Χρυσή Αυγή
Ενα αχαρτογράφητο πολιτικό σκηνικό, με
παραμέτρους τις οποίες μέχρι στιγμής αδυνατεί να διαχειριστεί το
λεγόμενο «πολιτικό σύστημα», περιγράφει η δημοσκοπική αποτύπωση των
πολιτικών σχηματισμών που κινούνται δεξιότερα (και ως τα άκρα) της
μεταπολιτευτικής ελληνικής Δεξιάς. Τα συνολικά ποσοστά που καταγράφουν
οι τρεις πολιτικοί σχηματισμοί, οι οποίοι θεωρείται ότι κινούνται στα
δεξιά της ΝΔ (ΛΑΟΣ, Ανεξάρτητοι Ελληνες και Χρυσή Αυγή), συνιστούν για
τη χώρα ένα πολιτικό φαινόμενο το οποίο τα παραδοσιακά κόμματα
παρακολουθούν και επιχειρούν να ανασχέσουν• η προσπάθεια όμως
περιορίζεται σε φραστικές μέχρι στιγμής παραινέσεις προς τους πολίτες.
Η αμηχανία όλων μπροστά στην τάση που αποτυπώνεται είναι εμφανής και επιτείνεται, καθώς η δεξαμενή των ψηφοφόρων των δεξιών σχηματισμών είναι διακομματική, με κύριο χαρακτηριστικό τη διάθεση αποδοκιμασίας των μεταπολιτευτικών κομμάτων.
Μπροστά σε αυτά, η επικινδυνότητα της απενοχοποιημένης ψήφου στην Ακρα Δεξιά (π.χ. Χρυσή Αυγή) είναι κάτι που μέχρι στιγμής έχουν επισημάνει σε ομιλίες και παρεμβάσεις τους τόσο ο κ. Ευ. Βενιζέλος (ο οποίος κάνει λόγο για «κίνδυνο εκφασισμού») όσο και η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία εφιστά τον κίνδυνο ανάπτυξης φαινομένων αντίστοιχων με εκείνα που προέκυψαν από την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και οδήγησαν στον εθνικοσοσιαλιστικό παροξυσμό. Από την πλευρά του, ο κ. Αντ. Σαμαράς στρέφει τη σχετική κριτική του περισσότερο με απρόσωπες αναφορές κατά του κόμματος του κ. Π. Καμμένου, το οποίο δημοσκοπικά τουλάχιστον του προξενεί το μεγαλύτερο πρόβλημα στην πορεία προς τις εκλογές.
Μονομαχία με περίστροφα
Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει μέχρι στιγμής, τα ποσοστά που
δείχνει να συγκεντρώνει η Χρυσή Αυγή προέρχονται από διαρροές ψηφοφόρων
που κατανέμονται λίγο-πολύ ως εξής (με βάση τα αποτελέσματα του 2009):
10% των ψηφοφόρων του ΛΑΟΣ, 5% εκείνων της ΝΔ και περίπου 2% εκείνων που
στις προηγούμενες εκλογές δηλώνουν ότι είχαν ψηφίσει ΠαΣοΚ. Από τα
παραπάνω εξηγείται εν πολλοίς και ο λόγος για τον οποίο κυρίως ο κ. Γ. Καρατζαφέρης
στρέφεται εσχάτως με μένος κατά της Χρυσής Αυγής, ενώ παράλληλα θέτει
ζητήματα όπως η οπλοφορία και η οπλοχρησία, τα οποία συγκινούν
παρεμφερείς ομάδες ψηφοφόρων. Αντίστοιχη είναι και η κατανομή των
διαρροών από τα τρία κόμματα προς τους Ανεξάρτητους Ελληνες, γεγονός που
κάνει πολλούς αναλυτές να εκτιμούν ότι στην παρούσα συγκυρία τα δύο
κόμματα εμφανίζονται δημοσκοπικά (και όχι αναγκαίως πολιτικά) ως «όμοια
τρίγωνα».
Πόσο «γοητεύονται» οι νέοι;
Χαρακτηριστικό είναι ότι η μεγάλη δύναμη της Χρυσής Αυγής
παρουσιάζεται στις ηλικιακές ομάδες 18-24, όπου σε κάποιες έρευνες το
κόμμα εμφανίζεται να είναι ακόμη και δεύτερη επιλογή μεταξύ των νέων
ψηφοφόρων. Κάποιες εκτιμήσεις συνδέουν την παρατήρηση αυτή με τη
συνολική απαξίωση του πολιτικού προσωπικού, αλλά και με τη δράση που
είχε η Χρυσή Αυγή τα προηγούμενα χρόνια στα σχολεία. Παρά ταύτα, η
συγκεκριμένη ομάδα από δημοσκοπικής απόψεως είναι μια από τις πιο
δύσκολες ως προς τη στάθμιση των απαντήσεών της, καθώς μέχρι πρότινος σε
αυτό το φάσμα παρουσιαζόταν η μεγαλύτερη αποχή. Ως προς την ευκολία με
την οποία δηλώνουν οι νέοι ψηφοφόροι ότι θα ψηφίσουν Χρυσή Αυγή,
πολιτικός ερευνητής σημειώνει: «Δεν μπορώ να υποστηρίξω ότι μια τέτοια
δήλωση γίνεται για πλάκα, όμως είναι εμφανές ότι κυρίαρχο στοιχείο στην
ψυχοσύνθεση όσων δίνουν αυτή την απάντηση είναι ο βαθμός της αγανάκτησης
για τα "παραδοσιακά" κόμματα και ο τρόπος με τον οποίο οι νέοι θέλουν
να την επιδείξουν».
Εκπρόσωποι όλων των πολιτικών σχηματισμών επισημαίνουν κάποια
στοιχεία τα οποία την προηγούμενη διετία πέρασαν απαρατήρητα, παρά το
γεγονός ότι είχαν καταγραφεί. Ενα από αυτά ήταν τα επεισόδια στον Αγιο
Παντελεήμονα, όπου η Χρυσή Αυγή είχε και εξακολουθεί να έχει συνεχή
δράση.
Ενα άλλο στοιχείο, πιθανώς καθοριστικό, ήταν και η παρουσία της οργάνωσης στην «πλατεία», κατά τις συγκεντρώσεις των «Αγανακτισμένων». Κάποιοι επιμένουν ότι στο Σύνταγμα συντελέστηκε στην πραγματικότητα η πολιτική «αναβάπτιση» της Χρυσής Αυγής, η οποία εντάχθηκε χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στο κλίμα των αντιδράσεων και της «αγανάκτησης», με φόντο την αποδοκιμασία του πολιτικού συστήματος εν συνόλω.
Ανώνυμοι ακροδεξιοί
Στο πλαίσιο αυτό και με δεδομένη την περίοδο που προηγήθηκε, μία
από τις παραμέτρους που επιδρά και που επισημαίνουν πολιτικοί αναλυτές
και δημοσκόποι είναι κατ' αρχάς η ανωνυμία του πολιτικού προσωπικού της
Χρυσής Αυγής. «Από τα ποσοστά που φέρεται να συγκεντρώνει η Χρυσή Αυγή και να εισέρχεται σήμερα στη Βουλή (σ.σ.: το ποσοστό της στις εκλογές του 2009 ήταν 0,29%),
ένα ελάχιστο τμήμα γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα. Δεν έχουν εικόνα για
ποιους μιλούν, ποια είναι τα πρόσωπα της οργάνωσης και ποιες οι
πραγματικές πολιτικές τους φιλοδοξίες» σημειώνει αναλυτής που παρακολουθεί συστηματικά τις τάσεις του εκλογικού σώματος.
Την ίδια στιγμή φαίνεται ότι παγιώνεται η ισχύς της Χρυσής Αυγής στα αστικά κέντρα, αλλά και σε συγκεκριμένες περιοχές της Πελοποννήσου όπου παραδοσιακά η εξωκοινοβουλευτική Δεξιά ήταν ισχυρή.
Αντιθέτως, το κόμμα του κ. Καμμένου, ενώ και αυτό εμφανίζεται να συγκεντρώνει προτιμήσεις μεγάλων ομάδων νεαρών ψηφοφόρων, έχει μια «ομαλότερη» διασπορά ψηφοφόρων στην επαρχία, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα για τη ΝΔ.
Από την ΕΠΕΝ στη Χρυσή Αυγή
Στις δύο εβδομάδες που απομένουν ως τις εκλογές όλα τα κομματικά
επιτελεία αναμένουν να δουν πού θα κατασταλάξει η διάθεση πολιτικής
αποδοκιμασίας που έχει διογκώσει τα ποσοστά κυρίως της Χρυσής Αυγής.
Αυτό που διαπιστώνεται πάντως είναι η αδυναμία των περισσοτέρων να
καταλήξουν σε ασφαλή συμπεράσματα για το μέλλον. Το υπάρχον προηγούμενο
της πρώιμης Μεταπολίτευσης, όπου εμφανίστηκαν σχηματισμοί πολιτικά
συγγενείς της Χρυσής Αυγής, εντοπίζεται αρχικώς στην πολιτική πορεία της
Εθνικής Παράταξης, η οποία περισσότερο με φιλοβασιλικό και εθνικιστικό
μανδύα κατόρθωσε να εισέλθει στη Βουλή το 1977, με ποσοστό 6,82%,
καταλαμβάνοντας πέντε έδρες. Ακολούθως, στα μέσα της δεκαετίας του 1980,
εμφανίστηκε η Εθνική Πατριωτική Ενωσις (ΕΠΕΝ), με ιδρυτή τον
φυλακισμένο πραξικοπηματία Γεώργιο Παπαδόπουλο και αρχηγό της Νεολαίας τον σημερινό επικεφαλής της Χρυσής Αυγής κ. Ν. Μιχαλολιάκο, τον οποίο διαδέχθηκε ο κ. Μ. Βορίδης, μετέπειτα στέλεχος του ΛΑΟΣ και σήμερα της ΝΔ. Η ΕΠΕΝ κατόρθωσε μόνο μία φορά να εκλέξει έναν ευρωβουλευτή, το 1984.
πηγή:tovima.gr